Οι νύχτες μας
έγιναν αποσπάσματα σκισμένων βιβλίων
κι οι μέρες μας
κατακάθισαν πάνω στα όνειρά μας σαν σκόνη
ασήκωτα βάρη και τα δύο.
Ο θάνατος
ένας ακόμα αριθμός στα επίσημα βιβλία τους
κι εμείς
υποδυόμενοι τους ενδιαφερόμενους
συνοφρυωμένοι και επαίτες
ως ζωντανοί σε πεθαμένους ανάμεσα
αναμέναμε ένα φωτεινό σημάδι
να αρπάξουμε τη λάμψη του και να την καβαλήσουμε ως το τέλος
αναμέναμε
μια ιδέα φυλακισμένη
έναν άνθρωπο ψηλότερο από το μπόι του
να μάς ανασύρει από το βούρκο.
Πέρασαν από μπροστά μου οι ενοχές σαν παζλ στιγμών
σκούπισα τα δάκρυά τους και έστρωσα τραπέζι γιορτινό
με καλεσμένους μακρινούς και ξεχασμένους
από εκείνους που εξαϋλώνονται στις ριπές του χρόνου
και κάμπτουν το φρόνημα των δυνατών ως Δυνατοί οι ίδιοι
λαξεμένοι στην ακροθαλασσιά του αιώνα
όταν υπομονετικά περίμεναν τον χρόνο να σαλπάρει προς τα πίσω
βρίσκοντας την ξεχασμένη του πηγή, αυτή της Ουτοπίας
μιλώντας και χειρονομώντας
προς τους Αδύναμους της γης
εκείνους που μόνη τους δύναμη τα χέρια ήταν
και το μυαλό τους χτισμένο από υλικά Ιστορίας.
Καθώς στεκόμαστε περιφρουρούμενοι από πράξεις
μη λογαριασμένες πράξεις
που πάνω σε σώματα στηρίχθηκαν
και κατέρρευσαν σαν ανέστιοι οργασμοί
οι Αδύναμοι πιάνουν τα δάκτυλά μας
και στοργκά τα φιλούν
κάνοντας το μυαλό μας μητρικό χάδι
και την αφή μας τοκετό Θανάτων.
Αλλάζουν τη φορά της γής
τον χρόνο αποσυνθέτουν σε αναμνήσεις
το χώμα μετρούν σε βήματα ελπίδας.
"Ίσως, ίσως...
ο κόσμος αυτός ξαναγεννηθεί Μέγας
προτού οι δυνατοί τον χαράξουν με όρια Υποταγής"
λένε και ξαναλένε, παραμιλώντας.
έγιναν αποσπάσματα σκισμένων βιβλίων
κι οι μέρες μας
κατακάθισαν πάνω στα όνειρά μας σαν σκόνη
ασήκωτα βάρη και τα δύο.
Ο θάνατος
ένας ακόμα αριθμός στα επίσημα βιβλία τους
κι εμείς
υποδυόμενοι τους ενδιαφερόμενους
συνοφρυωμένοι και επαίτες
ως ζωντανοί σε πεθαμένους ανάμεσα
αναμέναμε ένα φωτεινό σημάδι
να αρπάξουμε τη λάμψη του και να την καβαλήσουμε ως το τέλος
αναμέναμε
μια ιδέα φυλακισμένη
έναν άνθρωπο ψηλότερο από το μπόι του
να μάς ανασύρει από το βούρκο.
Πέρασαν από μπροστά μου οι ενοχές σαν παζλ στιγμών
σκούπισα τα δάκρυά τους και έστρωσα τραπέζι γιορτινό
με καλεσμένους μακρινούς και ξεχασμένους
από εκείνους που εξαϋλώνονται στις ριπές του χρόνου
και κάμπτουν το φρόνημα των δυνατών ως Δυνατοί οι ίδιοι
λαξεμένοι στην ακροθαλασσιά του αιώνα
όταν υπομονετικά περίμεναν τον χρόνο να σαλπάρει προς τα πίσω
βρίσκοντας την ξεχασμένη του πηγή, αυτή της Ουτοπίας
μιλώντας και χειρονομώντας
προς τους Αδύναμους της γης
εκείνους που μόνη τους δύναμη τα χέρια ήταν
και το μυαλό τους χτισμένο από υλικά Ιστορίας.
Καθώς στεκόμαστε περιφρουρούμενοι από πράξεις
μη λογαριασμένες πράξεις
που πάνω σε σώματα στηρίχθηκαν
και κατέρρευσαν σαν ανέστιοι οργασμοί
οι Αδύναμοι πιάνουν τα δάκτυλά μας
και στοργκά τα φιλούν
κάνοντας το μυαλό μας μητρικό χάδι
και την αφή μας τοκετό Θανάτων.
Αλλάζουν τη φορά της γής
τον χρόνο αποσυνθέτουν σε αναμνήσεις
το χώμα μετρούν σε βήματα ελπίδας.
"Ίσως, ίσως...
ο κόσμος αυτός ξαναγεννηθεί Μέγας
προτού οι δυνατοί τον χαράξουν με όρια Υποταγής"
λένε και ξαναλένε, παραμιλώντας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου