Γράφε
ακόμα κι αν δεν
ξέρεις γράμματα.
Γράφε
με σχήματα
με δάκρυα και χαμόγελα
γράφε.
Κάνε μουτζούρες
ζωγράφισε
μπογιάτισε τις μνήμες
κάνε εικόνα τις προσδοκίες
μα γράφε.
Κι αν νιώθεις ανήμπορος
επειδή υπογραμμίζονται
οι ρυτίδες σου
επειδή τα κόκκαλά σου
πονούν
σαν καρκίνος να τα
συντρίβει
εσύ γράφε και κοίτα
τους όπως δεν σε κοιτούν εκείνοι
σαν παράξενο πουλί
σαν ιδίωμα μεταφραστικό
σαν αποτυχημένο πείραμα.
Γράφε
ώσπου οι λέξεις
να αλλάξουν νόημα
να πεταρίζουν σαν
ενοχλητικοί χειμώνες
να γίνουν τσίχλα στο
στόμα μας
να κάνουμε φούσκες
να παίζουμε τους τεμαχισμένους
χρόνους τρίλιζα.
Μη γράφεις
αν καταγίνεσαι
με το να σε θυμούνται
ότι μπορεί να είσαι
καλύτερος εσύ
από εκείνον που σκοτώνεται
από τη μάνα που βυζαίνει
το παιδί της
από τον γέρο που φυλάει
πολέμους και φτώχεια στον κόρφο του.
Μα, σαν είναι έτσι
καλύτερα να μείνεις
λέξη δίχως γράμματα
το μολύβι παράμερα να
πέσει κι εσύ χωρίς φωνή να βρεθείς
θα είχαι χρήσιμος για
να γεμίζουμε τις άδειες ώρες μας
θα είσαι κάποιος άλλος
αύριο
τόσο διαφορετικός
όσο έμοιαζες σήμερα.
Μη γράφεις
για να
καλύπτεις αλλά για να ξύνεις πληγές.
Μη γράφεις
αν τα δάκρυα
της γης είναι απροσπέλαστα
τη Σιγουριά μην υμνείς
ούτε την Αλήθεια ως
βράχο
μια θάλασσα είναι κι
αυτή με τα κύματα μανιασμένα
μια λίμνη τα σίγουρα
αυτού του κόσμου
για αυτές τις λίμνες
γράφε
τις θάλασσες προσπέρασε
στους χειμάρρους κολύμπησε
κι όπου φτάσεις.
Τη Σιγουριά και την
Αλήθεια μην γράφεις.
Βράχοι και θάλασσες
είναι
νερά ακίνητα.