Δευτέρα 21 Ιουλίου 2014

Πάντα Μόνος

Μόνος καθόσουν στο καφενείο.
Πάντα μόνος.
Σε θυμάμαι σαν τώρα.
Ακούμπαγες τo φλιτζάνι στα χείλη σου
και ρουφούσες μικρά κομμάτια ελευθερίας.
Κοιτούσες έξω από το σκονισμένο παράθυρο
κι ο ήλιος ακολουθούσε τα μάτια σου σαν υπνωτισμένος.
Μπλέ, πράσινα, γκρι, όλα τα χρώματα στα μάτια σου.
Αυτά ήταν το σύμπαν μου
κι ας μη στο στο ‘χα πει ποτέ.

Το ήξερα, το έβλεπα
εσύ δεν ερχόσουν εκεί για καφέ
μα για να ρουφήξεις λίγες σταγόνες ελευθερίας.
Την ήθελες όλη δική σου
μα όχι από εγωισμό, από δικαιοσύνη
από μια αίσθηση ότι ανήκει σε όλους μας
ακόμα και σε εμάς, που ποτέ δεν προσπαθήσαμε για τίποτα
και πάντα με μισό μάτι σε κοιτούσαμε

Μα εσύ, να τη μοιράσεις ήθελες

να την κάνεις χώμα και νερό
να πλάθουν τα μικρά παιδιά ανθρώπινες μορφές μέσα στα όνειρά τους
Παντού ξετρύπωνες την ελευθερία
πάντα καταλάβαινες τον ερχομό της
και πάντα σε συντάραζε η απουσία της.

Εμείς παίζαμε χαρτιά και τάβλι

μα εσύ κοιτούσες έξω, τον ουρανό
πέρα ακόμα κι από αυτόν φαινόταν να φτάνει η ματιά σου.
Διαπερνούσε το σύμπαν, κρυβόταν στο αεράκι
έπαιζε με τις ελπίδες μας και σιγόνταρε την εγκόσμια πλάνη μας.

Όταν έφυγες, κανείς δεν σηκώθηκε από τη θέση του

κι ο Ήλιος μάταια έψαχνε τα μάτια σου.
Ίσως από ντροπή, μήπως από θάρρος;
Πήγε κάποιος κι έκατσε στη θέση σου.
Μα ο καφές δεν ήταν ίδιος κι ο ήλιος αρνήθηκε το φως του. 
Μόνο ο άνεμος απέμεινε να σιγοτραγουδά μικρούς σκοπούς ελευθερίας 
λες και σε αποχαιρετούσε
σαν αυτούς που και ‘συ προσπαθούσες να αρθρώσεις.

2 σχόλια:

S.M. είπε...

Το πρωτο που διαβασα γι αυτο το ξεχωριζω.

eleysis25 είπε...

Ξέρεις τι μου αρέσει στα ποιήματα σου?

Το ότι μπορώ και τα κάνω εικόνες & ταξιδεύω μέσα τους.