Τρίτη 4 Ιουλίου 2017

Οι Βατήρες Του 'Ηλιου



Οι βατήρες του ήλιου είχαν χαλάσει.

Ο μηχανικός, που κατέφθασε με μεγάλη ταχύτητα στον καυτό του πυρήνα, δεν μπόρεσε να κάνει και πολλά πράγματα.
Άλλωστε, δεν ήταν η ειδικότητα του και επιπλέον, ο ήλιος ήταν πιά σαν άνευρος, ακίνητος γίγαντας.
Καθόταν σε μια κουνιστή πολυθρόνα και φυλλομετρούσε τη νύχτα.   

Σημειώστε το όμως: πρώτη φορά ερχόταν ο μηχανικός αυτός για τον ήλιο.
Πάντα ασχολιόταν με το φεγγάρι, τίποτα δεν γνώριζε από ήλιους.
Το φεγγάρι έστεργε, για αυτό τον προτιμούσε κι εκείνο.
Το ήξερε, το χάιδευε, το φιλούσε, έγλειφε τις πληγές του, ψιθύριζε μυστικά στους πιο μικρούς του κρατήρες, το έφτιαχνε ολόγιομο για τους παθιασμένους εκείνους, φαγωμένο για όσους στον  ώμο τους είχαν τα μάτια τους ραμμένα.
Το άσπριζε με ασβέστη όταν περνούσε από εκεί, το κιτρίνιζε με ινδικά χρυσάνθεμα όταν εκείνο είχε όρεξη να ομορφύνει, το τάιζε μακρινούς κομήτες όταν το φεγγάρι αρρώσταινε.

Ο ήλιος είχε μείνει πιά μόνος του και τη νύχτα φυλλομετρούσε.