Τρίτη 26 Απριλίου 2016

Ψίθυροι

Ένας κόσμος αμφιβόλων φωνών ενταφιάζεται μέσα σου.
Λιάζονται νωχελικά
ακροβατώντας σε αμμουδερές σκεπές
καλοκαίρι σε πλακόστρωτο σκιερό.

Είναι φωνές αλήθειας ή νεκρικές κραυγές;
Δεν απαντάς.

Κάποτε ακούγονται
άλλοτε σιγούν
μα ποτέ δεν είναι ακέραιες
μόνο στοιβάζονται σε λερωμένα χαρτόκουτα.

Κόβουν γλώσσες
πριονίζουν σκέψεις
στέκονται αγέρωχες
σαν ανεμόμυλοι βυθισμένοι στον χρόνο.

Μια φορά ήχησαν στα αυτιά μου καθαρά
σε έψαχνα παντού
κρυβόσουν σαν μικρό παιδί
πίσω από κομμένα δέντρα και μεγάλα λόγια
τότε που ξεσπούσε βαριά βροχή
και μεταλλικά κορεσμένα χρώματα.

Πρόσεξες τους ψιθύρους της πόλης;
Μοιάζουν με εσένα.

Πρόσεξες τους ψιθύρους της πόλης;
Τάφηκαν στο όμορφο στήθος σου.
Πάντα γεύομαι τον θάνατο όταν στα χέρια μου το φυλακίζω.

Δευτέρα 25 Απριλίου 2016

Σκόνη

Σταμάτησα το σκονισμένο μέλλον
βάλθηκα με τη σκούπα να το ανακαινίσω
μάταιος κόπος, η σκόνη πύκνωνε
εκείνο γυρνούσε γύρω-γύρω παίζοντας κρυφτό με τις ώρες.

Γράπωσα τα λεπτά
στα χέρια μου ιδρωμένα δευτερόλεπτα
τεντώθηκαν τα μικρά φτερά τους προς τον ήλιο
μα σύννεφα κάλυπταν την ηδονή τους
κι η σκόνη θέριεψε.

Κάθε φορά που μια κίνηση ζωγράφιζα
ο τοίχος έγερνε
κομμάτια και πίνακες μνήμης κροτάλιζαν στο πάτωμα
και σκόνη
κλειστά, σκοτεινά παράθυρα
με πέπλα γκρί και λευκά.

Έφυγα και ξαναγύρισα προς τα πίσω.
Έσερνα το παρελθόν από τα μπράτσα του
γερασμένα και αποστεωμένα εκείνα
έκλαιγαν στα χέρια μου
το μεδούλι τους χυνόταν σε μια κούπα

Το ρούφηξα με λαιμαργία μικρού παιδιού
ώρες, χρόνια, λεπτά, δευτερόλεπτα λέρωσαν το στέρνο μου
όλα κύλησαν πάλι στο πάτωμα 
μέλλον και παρελθόν λεκέδες έμοιαζαν
κι εγώ πάλι από την αρχή
μα τώρα
σκόνη και κόκαλα είχαν γίνει ένα
εγώ κι εσύ
εμείς κι εκείνοι
όλοι εκείνοι
μαζί τους κι εμείς
όσοι τη σκόνη χρόνια μοιράζαμε σε όνειρα
όσοι ταΐζαμε τα παιδιά μας με μεδούλι
ξανά στον ίδιο χαμένο διάδρομο
νυστέρια να μάς κόβουν τα φαγωμένα λαρύγγια
χειρουργεία ανοιχτά απο ταράτσες έπεφταν 
πριόνια, πολλά πριόνια παιάνιζαν ημιτελείς πανικούς
κι η σκόνη εκεί, η σκόνη πάντα εκεί.

Δευτέρα 18 Απριλίου 2016

Σε Αυτά Τα Μέρη

Πίσω από τι καλαμιές υπάρχει ένα μνήμα.
Αν πας αυγή, με το πρώτο φως του ήλιου, φαίνεται αχνά, μα καθαρά, η επιγραφή της μνήμης:
"Ενθάδε κείται άνθρωπος".
Το βράδυ αν τύχει να περάσεις από εκεί, μπορεί πάνω από τον άνθρωπο να πατήσεις χωρίς να το καταλάβεις.
Πόσοι και πόσοι αγνοούν την ύπαρξη του, και πόσοι περισσότεροι είναι σίγουροι για την ανυπαρξία του.

Αναρωτιέσαι ποιος μπορεί να είναι θαμμένος.

Είχε φίλους, τον πρόστρεξαν στις στενοχώριες του;
Ο θάνατος πώς τον βρήκε, μόνο του η παρέα με φίλους;
Ποιός να ήταν άραγε αυτός ο άνθρωπος και γιατί είναι θαμμένος σε μια παραλία έρημη;
Πώς βρέθηκε εκεί;

Οι πατημασιές στην άμμο δείχνουν ότι κάποιος τον θυμάται συχνά και τον αναζητά. Ξέρει ότι αυτός δεν μπορεί να απαντήσει, αλλά εκείνος τού μιλάει ώρες και ώρες για όσα πέρασαν, αλλά και για αυτά που θα έρθουν, για όσα ξεχάστηκαν και ίσως θάφτηκαν μαζί του.

Τού μιλάει χωρίς να περιμένει απάντηση.
Τού μιλάει, γνωρίζοντας ότι δεν τον ακούει.
Τού μιλάει, γιατί η ανάγκη να μιλήσει σε εκείνον τον σπρώχνει εκεί, κάθε μέρα, κάθε πρωί την ίδια ώρα, όλα τα ξημερώματα όλων των ετών, που ήρθαν και θα έρθουν ξανά σαν καλορυθμισμένο ρολόι. 

Θρησκευτικό ή άλλο σύμβολο δεν είναι καρφωμένο στο χώμα. Μόνο αυτή η επιγραφή, που υπενθυμίζει την ύπαρξη ενός νεκρού ανθρώπου ή ίσως την ανυπαρξία του ζωντανού του φίλου.

Εκείνο το "κείται" ίσως δημιουργεί παρεξηγήσεις.
Μήπως τυχόν είναι θαμμένος κάτω από την άμμο και απλά ξεκουράζεται;
Μήπως έχει πεθάνει και δεν νιώθει τίποτα;
Κανείς δεν ξέρει.
Κανείς δεν ξέρει πότε και γιατί πέθανε αυτός ο άνθρωπος.
Μόνο ο συνομιλητής του νομίζει ότι γνωρίζει τα πάντα για αυτόν, χωρίς να δίνει καμία πληροφορία σε κανέναν, μα και κανένας δεν έχει ρωτήσει, αφού οι δυο τους υπάρχουν ο ένας για τον άλλον.
Γιατί αν κάποιος ρωτούσε, εκείνος που κάθε μέρα συζητάει με τον νεκρό είναι ένας άνθρωπος που κείται ζωντανός. Δεν είναι νεκρός. Αφού μιλάει (τί λέει άραγε;), συζητάει (ποιό θέμα τον κεντρίζει;), ακούει, είναι ένας άνθρωπος που ζει. Μόνο, που είναι μόνος του, όπως ο άνθρωπος που κείται κάτω από την άμμο και μέσα στο νερό της θάλασσας.
Δύο μόνοι άνθρωποι, που ο ένας μιλάει, αλλά ο άλλος δεν τον ακούει.
Δύο άνθρωποι νεκροζώντανοι είναι κάτι συνηθισμένο σε αυτά τα μέρη.
Πάντα ήταν.

Πέμπτη 7 Απριλίου 2016

Όνειρο

Κι αν το όνειρο καταστράφηκε
κοίτα από κάτω
υπάρχουν τα αποκαΐδια του ακόμα.

Σιγά-σιγά το ξαναφτιάχνουμε.
Θα πάρει χρόνο
θέλει κόπο
μα είμαστε εδώ.

Από τα καμμένα
μπορούμε να σταθούμε όρθιοι ξανά
από τις φλόγες
μπορούμε να ξυπνήσουμε πάλι.

Πιάσε μια πέτρα
κοίταξε το ξύλο
κάνε τα ένα
ένα προς ένα
ιδού το όνειρό μας
δίπλα του περπατάμε
κι εκείνο, το βλέπεις;
Δίπλα μας μπουσουλάει
μπερδεύεται στα πόδια μας
και παραπατάμε στο σκοτάδι.